μενούολοκλήρωση αγοράς
- βιβλία
- εκπαιδευτικά παιχνίδια
- σχολικά είδη
- χαρτικά
- είδη ταξιδίου
δείτε όλες τις νέες κυκλοφορίες των βιβλίων και αγοράστε online
Ο πόνος της εγκατάλειψης αλλά και η ψυχολογία µιας ολόκληρης πόλης µέσα από τον βέλγο ανατόµο της ανθρώπινης ψυχής Ζορζ Σιµενόν.
Οκτώβριος, παραµονές του Β΄ Παγκοσµίου Πολέµου, στο Μουλέν, µια πόλη της γαλλικής επαρχίας. Μια νύχτα µε βροχή, ελάχιστα ερωτευµένα ζευγαράκια βρίσκονται στην αίθουσα του τοπικού κινηµατογράφου.
Θα μπορούσα να κάνω ένα μοντάζ από φράσεις και παραγράφους της Ξεχασμένης φρουράς και να καθαρίσω. Οχι από τεμπελιά, όχι από ντροπή για την ανεπάρκειά μου μπροστά στη φοβερή και τρομερή λογοτεχνική, θεατρική, μουσική, εικαστική αρματωσιά του Μένη Κουμανταρέα, αλλά γιατί τα κείμενα του τόμου, όλα μαζί, συνιστούν ένα στέρεο σύμπαν διά χειρός, ματιάς και πνοής Μένη και μια παρουσίαση δεν έχει κάτι να συμπληρώσει ή να παρατηρήσει ή να τονίσει καλύτερα από τον τρόπο του συγγραφέα.
Προσθέτω μάλιστα εξαρχής ότι ακόμη και όσα είναι σχεδόν δοκιμιακού χαρακτήρα, και μάλιστα σε εμβάθυνση και στοχαστικότητα που τα συμπαρατάσσει δίπλα στις Σκουληκότρυπες του Τζον Φάουλς και στη Μάγισσα τέχνη του Νόρμαν Μέιλερ, είναι ατόφια σωθικά λογοτεχνίας. Οσα θα πω είναι συνδυασμός θαυμασμού και αγάπης. Το σημειώνω γιατί δεν ταυτίζονται πάντα μέσα μου οι συγγραφείς που θαυμάζω με τους συγγραφείς που αγαπώ.
Πιστεύω ακράδαντα ότι το να δημιουργήσεις και να κλείσεις μέσα στις σελίδες ενός βιβλίου μια καλή ιστορία, μια ιστορία που θα κάνει όσους τη διαβάσουν (λίγοι, πολλοί ή εκατομμύρια) να ταυτιστούν, να συγκινηθούν, να φοβηθούν, να ζήσουν στον κόσμο της, είναι μια ικανότητα που ανήκει στην τέχνη της μαγείας. Και ξέρω ότι θα διαβάσω κάτι αληθινά καλό σχεδόν από τις πρώτες σελίδες, μερικές φορές και από την αύρα του βιβλίου - μιας και μιλάμε για μαγεία.
Αυτό ακριβώς συνέβη και με το «Τελευταίο αίνιγμα» της Marisha Pessl. Το ξεχώρισα ήδη από τον πάγκο του βιβλιοπωλείου και, λες και με ξεχώρισε κι αυτό, ήρθε μόνο του σε μένα λίγες μέρες αργότερα. Γιατί όλες οι καλές ιστορίες είναι ζωντανές. Και η σκοτεινή ιστορία που ξεδιπλώνεται μέσα στις 800 σελίδες της είναι αριστουργηματικά καλή. Και επικίνδυνα ζωντανή: παραμονεύει σαν αιλουροειδές...
Οσοι παρακολουθούν τον αστυνόμο Κώστα Χαρίτο γνωρίζουν καλά ότι σε στιγμές δυσκολίας και αμηχανίας καταφεύγει στο «Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης» του Δ. Δημητράκου. Τον βοηθά πολύ όπως φαίνεται τον βασικό πρωταγωνιστή των βιβλίων του Πέτρου Μάρκαρη αυτό που ισχυριζόταν ο κυνικός φιλόσοφος Αντισθένης, «αρχή σοφίας, η των ονομάτων επίσκεψις». Αν μάλιστα αραδιάσουμε με τη σειρά τα λήμματα που σκαλίζει στη διάρκεια της πλέον πρόσφατης υπόθεσης που προσπαθεί να διαλευκάνει - «βία», «φασισμός», «χρεοκοπία», «χαράτσι», «χρηματισμός», «γραφειοκρατία», «κωλυσιεργία», «ανικανότης» -, εμφανίζεται μπροστά μας η ραχοκοκαλιά του μυθιστορήματος «Τίτλοι τέλους» που γράφτηκε ως «επίλογος» στην «Τριλογία της Κρίσεως», ένα λογοτεχνικό εγχείρημα με κάμποσο ρίσκο που ξεκίνησε πριν από τέσσερα χρόνια.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο παράλογο από τον θάνατο εκείνων που αγαπάμε, μας λέει ο Αύγουστος Κορτώ έναν χρόνο μετά το πένθιμο «Βιβλίο της Κατερίνας». Αυτό εδώ είναι το βιβλίο της Νόρας και του Χάρη, που χάνονται μαζί στις παραισθήσεις της παράνοιας, αδυνατώντας να αντέξουν την επίγνωση του αδόκητου χαμού του εξάχρονου γιου τους.
Η λογική τους αρνείται να αποδεχθεί την παράλογη απώλειά τους. Γι' αυτό είναι και οι δύο έτοιμοι να καλωσορίσουν την υπερφυσική επανεμφάνιση του παιδιού τους σε ένα κοινό όνειρο, όπου τους υπόσχεται την επιστροφή του στη ζωή με τον όρο, όμως, να κάνουν πρώτα αυτό που φοβούνται περισσότερο, «αυτό που κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να κάνει χωρίς να ξεπεράσει τα όρια του εαυτού του».
Στις 27 Δεκεμβρίου 2002 η Κατερίνα Χατζοπούλου, το γένος Χωριανού, βούτηξε σε μία θάλασσα από χάπια, αφήνοντας το γυμνό κορμί της ξέπνοο και άψυχο. Τη βρήκε ο γιος της, ο Πέτρος, που εμείς εδώ γνωρίζουμε ως Αύγουστο Κορτώ. Δεν την έκλαψε - μια ζωή την κλαίει, εκτός από εκείνη τη στιγμή. Και αφού δεν άνοιξε το παράθυρο για να φύγει η ψυχή, η Κατερίνα έμεινε εκεί.
Στοιχειωμένη ανάμεσα στην ύπαρξη και στην ανυπαρξία, σχεδόν όπως πέρασε τη ζωή της. Η περιγραφή της εικόνας από την ίδια, όντας νεκρή, γίνεται με ένα κείμενο που νομίζεις ότι ύφανε ο πόνος και ξέπλυναν τα δάκρυα. Πότε ήταν η τελευταία φορά που συναντήθηκα με τέτοιο πόνο; Δεν θυμάμαι αν ήταν στίχος ή μελωδία. Πρέπει να είσαι σπουδαίος καλλιτέχνης για να τον περιγράψεις. Και για να ζήσεις μαζί του.
Το σαρδόνιο, σαρκαστικό, αυθάδικο και συνάμα συνταρακτικά αυτοϋπονομευτικό, νέο βιβλίο του Αύγουστου Κορτώ (κατά κόσμον Πέτρου Χατζόπουλου) είναι ένα απατηλό ως προς τις προθέσεις και τη διαβρωτική του επίδραση έργο, που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Μια επιπόλαιη πρώτη ματιά δίνει την εντύπωση πως πρόκειται για σειρά εφήμερων καλαμπουρτζίδικων κειμένων εύπεπτης εβδομαδιαίας στήλης περιοδικού ποικίλης ύλης.
Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ
Ο συγγραφέας Αύγουστος Κορτώ, ψευδώνυμο τού Πέτρου Χατζόπουλου, έχει ένα μεγάλο πάθος και μία μεγάλη εμμονή: τη μουσική. Πριν από εννέα χρόνια στον «Στοιχειωμένο», πίσω από ένα μοναχικό άντρα κρυβόταν ο Αυστριακός συνθέτης Φραντς Σούμπερτ.
Στο νέο, ενδιαφέρον μυθιστόρημά του, «Ο αφανισμός του Νίκου», ο Αύγουστος Κορτώ ακροβατεί ανάμεσα στο δράμα και στην παρωδία του δράματος, μια και ο ήρωάς του, ο Νίκος, βρίσκεται εγκλωβισμένος σε πάσχον σώμα με ημερομηνία λήξης: δεν είναι απλώς φορέας, αλλά ασθενεί από AIDS. Επιπλέον είναι 30 και κάτι, σε πολύ νεαρή ηλικία για να μπορέσει να αποδεχτεί -αν ποτέ κανείς το αποδέχεται πραγματικά- το επικείμενο τέλος. Οταν μάλιστα ο προαναγγελθείς θάνατος μέλλει να συμβεί σε κάποιον κατά το μάλλον ή ήττον ανέραστο, το τραγικό στοιχείο κορυφώνεται από μόνο του.
Γράφει η Έφη Χ. Μαυροπούλου
Για χρόνια η ψυχανάλυση αποτελούσε θέμα ταμπού, ο ψυχίατρος ήταν απαγορευμένη λέξη, ενώ ο ψυχαναλυμένος δυσκολεύονταν να παραδεχτεί ότι παρακολουθούνταν από κάποιον ειδικό. Στις μέρες μας ευτυχώς η «παρεξηγημένη» ψυχανάλυση έχει απενοχοποιηθεί. Μάλιστα τείνει να γίνει η νέα τάση. H νέα αυτή ανάγκη οδηγεί πολλές φορές στο άλλο άκρο όπου ξαφνικά βρέθηκαν όλοι να γνωρίζουν από ψυχανάλυση.
Η ψυχανάλυση γίνεται παντού, μέσα από τηλεοπτικές εκπομπές, μέσα από έντυπα, από πλήθος βιβλίων αυτοβελτίωσης αμφιβόλου ποιότητας, ενώ στις προσωπικές μας σχέσεις λατρεύουμε να αλληλοψυχαναλυόμαστε. Έτσι, γίναμε όλοι ψυχολόγοι και ψυχίατροι άνευ διδασκάλου. Ευτυχώς, που υπάρχουν και οι ειδικοί που κάνουν τη δουλειά τους με σοβαρότητα. Επιτέλους, ας αφήσουμε κάτι και για αυτούς.